30 Μαΐ 2008

Μικροπωλητές ιδεών



Αυτή η φράση μου ’ρθε στο νου βλέποντας την παραπάνω φωτογραφία. Και μετά σκέφτηκα ότι δεν πρόκειται ούτε για ιδέες που βλέπουμε απλωμένες στους πάγκους, ούτε καν για μικροπωλητές πίσω απ’ αυτούς αλλά για μεταπράτες. Μεταπράτες προκάτ αντιλήψεων και ετοιμοπαράδοτων ιδεολογιών, τις οποίες αγοράζουν από τα κόμματα σε τιμές χονδρικής και πωλούν στους συμφοιτητές τους. Παιδιά, θα τους έλεγα, η πολιτική, η αμφισβήτηση και η ρηξικέλευθη δράση στηρίζονται στην ανεξάρτητη, ακαπέλωτη και πρωτοπόρο σκέψη, όχι στη μεταπώληση πεπαλαιωμένων ιδεολογημάτων σε τιμές κάτω του κόστους.

Αν θέλετε ν’ αλλάξετε όσα δεν σας αρέσουν καλό θα ήταν μόνοι σας, κόβοντας τα φθαρμένα κομματικά χαλινάρια, με τις μικρές ή μεγαλύτερες δικές σας δυνάμεις και ανεξερεύνητες δυνατότητες να πασχίσετε να βρείτε καινούργιους δρόμους έκφρασης και δημιουργικής αντιπαράθεσης με τις παλιές γενιές και τις αγκυλώσεις τους. Με τους μπαρμπάδες και τις κυράτσες που σας εκνευρίζουν σαν πέσετε πάνω τους στα λεωφορεία ή στο δρόμο, αλλά και με τις ξύλινες εξέδρες των κομμάτων από τις οποίες εκτοξεύονται ακόμα πιο ξύλινα συνθήματα - εν τέλει, με όλους εμάς τους δεινόσαυρους που ζηλεύουμε τα νιάτα σας και τα ταξίδια που σας ανοίγονται, ταξίδια που εμείς δεν κάναμε ούτε θα κάνουμε ποτέ. Ταξίδια όχι αναψυχής αλλά ψυχής, με την ιδιότητα όχι του τουρίστα αλλά του περιηγητή. Αφήστε τα γραφεία ταξιδίων και οργανωμένου τουρισμού για τους συνταξιούχους κι όσους δεν τους βαστάν πια τα πόδια τους. Προτιμήστε να ξεκινήσετε τις ιδεολογικές περιηγήσεις σας χωρίς αποσκευές, χωρίς ξεναγούς και προκαθορισμένη διαδρομή.

Μη φοβάστε το άγνωστο. Τα γνωστά να φοβάστε. Απ’ αυτά κινδυνεύετε να καταβροχθίσουν τη φρεσκάδα σας. Μη γίνεστε, λοιπόν, μεταπράτες σκάρτου κομματικού εμπορεύματος. Δε σας αξίζει. Τολμήστε να γυρίσετε τις πλάτες σας στους πλασιέ των υποσχέσεων, στους μεγαλομπακάληδες της συμφεροντολογικής μικροπολιτικής και τους χονδρέμπορους των κομματικών βολεμάτων και αφήστε μόνο μια υπόσχεση να σας γοητεύσει: την υπόσχεση να τους τη σπάσετε και να σπάσετε τα καρτέλ της πολιτικής όσο δεν το κατάφερε κανείς μέχρι σήμερα.

Mια αποκομματικοποίηση που δεν έγινε ποτέ



Όπως έλεγα και σε
μια προηγούμενη ανάρτηση, τα πράγματα στράβωσαν για τα ελληνικά πανεπιστήμια από τη στιγμή που άρχισαν να χρησιμοποιούνται από τα πολιτικά κόμματα ως φυτώρια μελλοντικών στελεχών. Κι αυτό γιατί; Διότι, παρά το ότι έχουν πλέον περάσει 34 χρόνια από την πτώση της δικτατορίας στην Ελλάδα εξακολουθούν να επικρατούν κάποιες παλαιάς κοπής «αντιστασιακές» νοοτροπίες περί των πανεπιστημίων ως προπυργίων «αντίστασης». Αντίστασης σε τι; Μάλλον στο μέλλον. Με θύματα αυτής της παρατεταμένης κομματικής εισβολής στα πανεπιστήμια πριν απ’ όλους τους ίδιους τους φοιτητές. Αν λοιπόν - όπως έχω ξαναπεί - οι πρωταίτιοι αυτής της κατάστασης, δηλαδή τα κόμματα και οι φοιτητικές παρατάξεις τους ενδιαφέρονται, όπως λένε, για την τριτοβάθμια εκπαίδευση, ας αρχίσουν να το αποδεικνύουν απαλλάσσοντάς την από την παρουσία τους. Διότι όσο κι αν αδυνατούν μερικοί εντός ή εκτός κομμάτων και πανεπιστημίων να το αντιληφθούν, τα πανεπιστήμια ανήκουν στο χώρο της εκπαίδευσης, των επιστημών, της μάθησης και της έρευνας και όχι σ’ αυτόν της πολιτικής και των πολιτικών κομμάτων - οφείλουν λοιπόν να παράγουν επιστήμονες, όχι κομματικά στελέχη.

Διαπιστώνω όμως ότι τέτοια πρόθεση ΔΕΝ υπάρχει. Αντιθέτως, υπάρχει μια κραυγαλέα έλλειψη συνέχειας, συνέπειας και ευθύτητας στην πολιτική της παρούσας κυβέρνησης γύρω από το ζήτημα της κομματικής εκμετάλλευσης των πανεπιστημίων, η οποία και τα οδήγησε στη θλιβερή σημερινή τους κατάσταση. Πριν λίγο περισσότερο από ένα χρόνο και συγκεκριμένα τον Φεβρουάριο του 2007 η πρώην Υπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων Μαριέττα Γιαννάκου δήλωνε σε συνέντευξη τύπου ότι
η Κυβέρνηση, η οποία έχει στους κόλπους της, φιλική της, τη μεγαλύτερη και ισχυρότερη φοιτητική παράταξη, προχωρεί στην αποκομματικοποίηση των Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, όπως κάνουν όλες οι σύγχρονες χώρες που στηρίζουν την ποιότητα της εκπαίδευσης πρώτα. Αυτό είναι ένα μεγάλο βήμα και δείχνει τη στάση της συγκεκριμένης κυβέρνησης, η οποία τοποθετεί το συμφέρον των νέων και του λαού πάνω από κομματικά συμφέροντα.

Μπαίνοντας όμως ΣΗΜΕΡΑ στο επίσημο site του YΠΕΠΘ διαπίστωσα ότι η κομματικοποίηση των ελληνικών πανεπιστημίων έχει πλέον προχωρήσει, καθιερωθεί και θεσμοθετηθεί σε τέτοια έκταση που το ίδιο το υπουργείο σπεύδει, στο site του,
να μας κατατοπίσει γύρω από τις υπάρχουσες φοιτητικές παρατάξεις και τα κόμματα από τα οποία προέρχονται. ΓΙΑ ΠΟΙΑ αποκομματικοποίηση των ΑΕΙ μιλούσε λοιπόν η κα Γιαννάκου, τη στιγμή που το ίδιο το ΥΠΕΠΘ καθαγιάζει και νομιμοποιεί με τον πλέον εξόφθαλμο τρόπο την κομματικοποίησή τους;

26 Μαΐ 2008

Τι μας συνέβη;


Ζούμε ημέρες εθνικής υπερηφάνειας, με το θρίαμβο της Καλομοίρας στη Eurovision. Μαθαίνουμε γι’ αυτόν με πάσα λεπτομέρεια – άλλωστε «ενημερωνόμασταν» από πριν, για εβδομάδες ολόκληρες πάνω σ’ αυτό το, απ’ ό, τι φαίνεται, πολύ σημαντικό για κάποιους πολιτιστικό δρώμενο – από την κρατική και βεβαίως την ιδιωτική τηλεόραση, τις εφημερίδες και το internet. H είδηση της 3ης θέσης της Καλομοίρας φιγουράρει αυτή τη στιγμή πρώτη στα «Πολιτιστικά» της διαδικτυακής έκδοσης της Καθημερινής, του Έθνους και άλλων εφημερίδων αλλά απασχολεί εκτενώς και τηλεοπτικά δελτία ειδήσεων, όπως και πάνελ τηλεοπτικών εκπομπών.

Όμως δεν είδα καμία σχετική αναφορά στις τηλεοράσεις και μόνο με αναζήτηση ανακάλυψα, στα «ψιλά» των εφημερίδων, μια πολύ μεγαλύτερη είδηση. Για πρώτη φορά στην ιστορία της Ελλάδας, απονεμήθηκε το Νόμπελ Ειρήνης σε δυο Έλληνες επιστήμονες, τον Χρήστο Ζερεφό και τον Αλκιβιάδη Μπάη (το οποίο μοιράζονται με πολλούς άλλους επιστήμονες, αλλά αυτό δε μειώνει στο παραμικρό νομίζω το μέγεθος της διάκρισης τόσο για τους ίδιους, όσο και για την Ελλάδα). Αναρωτιέμαι λοιπόν, ΓΙΑΤΙ πήραν τόσο μεγαλύτερη προτεραιότητα η Eurovision και η Καλομοίρα έναντι αυτής της πολύ μεγάλης στιγμής για την Ελλάδα, του πρώτου ελληνικού Νόμπελ Ειρήνης;

Αν μπορείτε φανταστείτε, το 1963 όταν ο Γιώργος Σεφέρης έπαιρνε το Νόμπελ Λογοτεχνίας – βέβαια, τότε η Ελλάδα δε συμμετείχε ακόμη στη Eurovision – ή το 1979, όταν ο Οδυσσέας Ελύτης τιμήθηκε με το ίδιο βραβείο, τα μέσα ενημέρωσης της εποχής να μιλούσαν περισσότερο για την όγδοη τότε θέση στη Eurovision της συμπαθέστατης κατά τα άλλα Ελπίδας με το «Σωκράτη εσύ Σούπερσταρ». Προσωπικά δε θυμάμαι – ήμουν άλλωστε μόνο εννέα ετών – πόσες και τι έκτασης στήλες αφιέρωσαν, αντίστοιχα, στη Eurovision και στο Νόμπελ Λογοτεχνίας του Ελύτη οι εφημερίδες εκείνης της εποχής. Θυμάμαι όμως, ότι οι άνθρωποι – οικογενειακοί μας φίλοι, αλλά και πολλοί στη γειτονιά – μιλούσαν για τον Ελύτη και όχι για τον εν λόγω διαγωνισμό τραγουδιού. Και ρωτάω, ΤΙ άλλαξε τόσο πολύ μέσα σε αυτά τα σχεδόν 30 χρόνια και φτάσαμε να μας απασχολεί περισσότερο ένας διαγωνισμός τραγουδιού από το Νόμπελ Ειρήνης; Τι συνέβη στην Ελλάδα; Κάτι πάντως θα άλλαξε, διότι η Ελλάδα αυτή δεν μου θυμίζει σε τίποτα την πατρίδα των παιδικών μου χρόνων.

22 Μαΐ 2008

Άλλος για Ολλανδία;



Μόλις παρακολούθησα το Ρεπορτάζ Χωρίς Σύνορα γύρω από τη Γενιά των 700 ευρώ και σκέφτομαι ακόμα περισσότερο – ήδη το σκεφτόμουν – να ξαναφύγω από την Ελλάδα. Επέστρεψα το 2003 με ένα μεταπτυχιακό κι ένα διδακτορικό από ένα πολύ καλό βρετανικό πανεπιστήμιο, αλλά κι ένα υπό έκδοση βιβλίο (το διδακτορικό μου, που μετέφρασα ο ίδιος και εκδόθηκε στα ελληνικά). Εργάστηκα για ένα χρόνο ως καθηγητής αγγλικών σε φροντιστήριο αλλά και σε μια εταιρία, ενάμισι χρόνο ως ιδιωτικός διοικητικός υπάλληλος και από το 2005, με την εξαίρεση ενός χρόνου που δεν εργάστηκα εκεί, διδάσκω μαθήματα κοινωνιολογίας και πολιτικής επιστήμης σε ένα παράρτημα βρετανικού πανεπιστημίου. Εκεί πληρώνομαι λιγότερο απ’ όσο πληρωνόμουν διδάσκοντας στα δυο τελευταία χρόνια του διδακτορικού μου στο βρετανικό πανεπιστήμιο που προανέφερα. Συγκεκριμένα, από το 2005 που ξεκίνησα η αμοιβή παραμένει 15 ευρώ ανά ώρα (εννοείται χωρίς επιπλέον χρήματα τις γιορτές και το καλοκαίρι). Πρόκειται μάλιστα για χρήματα τα οποία παίρνω από τον Οκτώβριο μέχρι και τον Ιούνιο στα μέσα κάθε επόμενου μήνα και χωρίς να ξέρω αν το επόμενο ακαδημαϊκό έτος θα εγγραφούν αρκετοί φοιτητές ώστε να μπορώ να συνεχίσω να διδάσκω. Την ίδια στιγμή ξέρω ότι αν δίδασκα σ’ ένα οποιοδήποτε βρετανικό πανεπιστήμιο, οι αρχικές αποδοχές μου θα ήταν πάνω από 40 χιλιάδες ευρώ το χρόνο.

Το περασμένο καλοκαίρι, έχασα τη δουλειά του ιδιωτικού υπαλλήλου που έλεγα και παίρνω μηνιαίως επίδομα ανεργίας 367,25 ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί σε λίγο περισσότερο απ’ το ένα τρίτο του μισθού μου στη δουλειά εκείνη και το οποίο σταματά το καλοκαίρι. Ταυτόχρονα ξέρω ότι σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες το επίδομα αυτό φτάνει στο 90% του μισθού και δίνεται για περισσότερα χρόνια (όπως στη Δανία, όπου δίνεται για τέσσερα). Από το περασμένο καλοκαίρι έχω στείλει όχι πλέον δεκάδες αλλά θα έλεγα χωρίς καμία υπερβολή εκατοντάδες φορές το βιογραφικό μου σημείωμα – όχι σε μια αλλά σε δέκα διαφορετικές εκδοχές, ανάλογα με την εργασία που κάθε φορά αναζητώ – μέσω e-mail, fax και ταχυδρομείου αλλά δεν βρέθηκε κάτι. Στις καλύτερες περιπτώσεις μου είπαν ότι ήμουν overqualified, κάτι που – αν δεν γίνομαι υπερβολικά κακοπροαίρετος – νομίζω ότι ίσως ήταν ένας εύσχημος τρόπος να μου πουν «δυστυχώς δεν είχες μέσο, αλλά χαρήκαμε για τη γνωριμία». Ευτυχώς, εισπράττω κι ένα ενοίκιο γύρω στα 300 ευρώ κι έτσι φέτος με το ένα μάθημα που δίδασκα και το επίδομα μαζευόταν ένα εισόδημα γύρω στα οχτακόσια με εννιακόσια ευρώ το μήνα. ΦΕΤΟΣ. Του χρόνου, ποιος ξέρει…

Είδα λοιπόν στο Ρεπορτάζ Χωρίς Σύνορα και την περίπτωση του Ιορδάνη, 31 ετών, που άφησε την Ελλάδα και μια δουλειά των 680 ευρώ και μετανάστευσε τον περασμένο Σεπτέμβριο στο Άμστερνταμ της Ολλανδίας. Τον Νοέμβριο βρήκε μια δουλειά στην οποία αυτή τη στιγμή αμείβεται με περίπου 1.900 ευρώ μηνιαίως. Μέχρι πριν λίγο καιρό ξόδευε κάθε μήνα περίπου 400 ευρώ για ενοίκιο, 200 ευρώ για διατροφή και άλλα έξοδα και άλλα 400 ευρώ για αποπληρωμή ελληνικών δανείων, μένοντας με περίπου 600 ευρώ στο τέλος του μήνα – τη στιγμή που άλλοι συνομήλικοί του εργαζόμενοι στην Ελλάδα τόσα μπορεί να παίρνουν για όλο το μήνα. Πλέον, τα δάνεια αποπληρώθηκαν και ο Ιορδάνης σκέφτεται να αγοράσει και σπίτι στην Ολλανδία.

Όσο για μένα; Ήδη προσπαθώ να βρω τρόπους να επιστρέψω στην Αγγλία, πράγμα που ίσως και να μην το θέλω αλλά να μην είναι και τόσο εύκολο. Βλέποντας πλέον και την περίπτωση του Ιορδάνη, λέω να κοιτάξω και προς… Ολλανδία μεριά.

Άλλος για Ολλανδία;

21 Μαΐ 2008

Από που πάνε για τη Χαβούζα;



Αυτή η ταινία γυρίστηκε ακριβώς πριν 30 χρόνια και παρακολουθώντας την, κάνει εντύπωση το πόσο επίκαιρη παραμένει. Ο πρωταγωνιστής της, οδηγός βυτιοφόρου αγωνίζεται να αποκαταστήσει επαγγελματικά τη μικρή του αδερφή, αριστούχο της ιατρικής, προκειμένου να μπορέσει κάποτε κι αυτός να παντρευτεί την καλή του. Έρχεται όμως αντιμέτωπος με αερολόγους πολιτικούς που πολλά λένε, λίγα απ' αυτά εννοούν κι ακόμη λιγότερα πράττουν, με ατέλειωτη, εφιαλτική γραφειοκρατία που επιλεκτικά ταλαιπωρεί ανθρώπους όπως ο ίδιος αλλά διευκολύνει κάποιους ημέτερους, διαφθορά, αδιαφορία και αναλγησία. Κάποια στιγμή πηγαίνει στο χωριό του, το Ασπροχώρι το οποίο είχε να επισκεφτεί χρόνια, προκειμένου να βρει ένα θείο του μήπως και τον βοηθήσει. Φτάνοντας στο χωριό, τον βλέπουμε να κρατάει παραμάσχαλα κι έναν τενεκέ για να πάρει λάδι, μια και όπως λέει σε λίγο στην Αθήνα οι άνθρωποι θα βάζουν... ορυκτέλαιο στη σαλάτα. Επίσης, διαπιστώνει ότι από Ασπροχώρι το χωριό έγινε... μαυροχώρι, έπειτα από εκτεταμένες πυρκαγιές που κατάκαψαν δασικές εκτάσεις γύρω του. Επιστρέφοντας με το θείο στην Αθήνα αντιμετωπίζουν όσα έλεγα παραπάνω και για να μην τα πολυλογώ, κάποια στιγμή η αδερφή του καταφέρνει να βρει δουλειά. Όχι όμως ως γιατρός, αλλά ως πωλήτρια. Εδώ μπορείτε να δείτε ολόκληρη την ταινία. Και τα συμπεράσματα, δικά σας. Υπενθυμίζω μόνο ότι όλα αυτά, εν έτει 1978...

20 Μαΐ 2008

Περί καταλήψεων και εγκαταλείψεων



Αυτές τις μέρες βλέπουμε – αλλά έχουμε δει και στο παρελθόν – φοιτητές να παίρνουν ή να επιχειρούν να πάρουν στα χέρια τους τις τύχες των πανεπιστημίων. Πως; Με συγκεντρώσεις, καταλήψεις και δημόσιες πολιτικές αντιπαραθέσεις μεταξύ άλλων. Βλέπουμε επίσης διενέξεις μεταξύ των ίδιων των φοιτητικών-κομματικών παρατάξεων γύρω από ζητήματα που αφορούν στη λειτουργία των ΑΕΙ και γενικότερα στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Αυτά τα φαινόμενα μου δίνουν την εντύπωση ότι τα ΑΕΙ, που θα όφειλαν να αντιπροσωπεύουν χώρους μελέτης και απόκτησης επιστημονικής κατάρτισης και δεξιοτήτων, αλλά και διεξαγωγής επιστημονικής έρευνας, έχουν στην Ελλάδα εγκαταλειφθεί και μετατραπεί σε χώρους κομματικής και μικροπολιτικής αντιπαράθεσης. Αναρωτιέμαι, έχοντας φοιτήσει – για το μεταπτυχιακό και το διδακτορικό μου – για κάποια χρόνια σ’ ένα βρετανικό πανεπιστήμιο στο οποίο θα θεωρούνταν αδιανόητο να εισχωρήσουν πολιτικά κόμματα, με δούρειο ίππο τους μάλιστα κάποιους «πολιτικοποιημένους» φοιτητές, ΤΙ ΘΕΣΗ έχουν ή θα είχαν ποτέ τα πολιτικά κόμματα στο πανεπιστήμιο. Αν κάποιοι νέοι άνθρωποι, φοιτητές και μη νιώθουν την ανάγκη να ενταχθούν σε κάποιο κόμμα, θα μπορούσαν να ενταχθούν στη νεολαία του. Αλλά κομματικές νεολαίες μέσα ΣΤΑ ΙΔΙΑ τα πανεπιστήμια; Αν δεν κάνω λάθος τα πανεπιστήμια ανήκουν στο χώρο της εκπαίδευσης, των επιστημών, της μάθησης και της έρευνας και όχι σ’ αυτόν της πολιτικής και των πολιτικών κομμάτων. Στο βρετανικό πανεπιστήμιο που προανέφερα υπήρχε βεβαίως το Student Union, ή Ένωση δηλαδή των φοιτητών, που όμως ήταν ακομμάτιστη, εξυπηρετώντας έτσι αδιαίρετα και απελευθερωμένη από μικροπολιτικά συμφέροντα και κομματικές διχόνοιες τους φοιτητές. Οι οποίοι βεβαίως δεν ήταν μόνο Άγγλοι αλλά από πολλές άλλες χώρες: άλλος ένας λόγος νομίζω για τον οποίο τα βρετανικά πολιτικά κόμματα δεν θα μπορούσαν ποτέ να βρουν πρόσφορο έδαφος εντός των πανεπιστημίων. Πέραν όμως του πρωταρχικού μου ερωτήματος όσον αφορά στην τουλάχιστον αδικαιολόγητη, θα έλεγα, παρουσία των πολιτικών κομμάτων στα πανεπιστήμια υπάρχει, όπως επισημαίνεται σε πρόσφατο άρθρο της Καθημερινής – η οποία θεωρείται φιλοκυβερνητική εφημερίδα αλλά εν προκειμένω νομίζω ότι τεκμηριώνει επαρκώς όσα υποστηρίζονται – και έλλειμμα εγκυρότητας των όποιων αποφάσεων λαμβάνονται σε κάποιες περιπτώσεις από τους φοιτητές. Κι αυτό διότι κάποιες φορές πολύ λίγοι φοιτητές ψηφίζουν υπέρ του να γίνονται καταλήψεις και να χάνονται μαθήματα. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι στο Πολυτεχνείο Κρήτης με συνολικά 2.800 προπτυχιακούς φοιτητές, παρόντες στη γενική συνέλευση που αποφάσισε κατάληψη ήταν 270 και στο ΕΜΠ, όπου βρίσκονται υπό κατάληψη επτά από τις εννέα σχολές, συμμετείχαν στις γενικές συνελεύσεις των σχολών αυτών μόνο 350 από τους 9.119 ενεργούς και 13.100 εγγεγραμμένους φοιτητές. Ενώ στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας σε γενική συνέλευση τμήματος 500 φοιτητών, συμμετείχαν 40 και υπέρ της κατάληψης ψήφισαν 25. Επιπλέον, ανέφερε ένας πανεπιστημιακός στην εφημερίδα, «εάν δεν βγαίνουν τα νούμερα, συνεχίζουν τη συζήτηση για ώρα ώστε κάποια στιγμή μερικοί να βαρεθούν και να φύγουν, για να διαμορφωθεί πλειοψηφία».

Ασχέτως όμως των παραπάνω επιστρέφω στο αρχικό μου ερώτημα και αναρωτιέμαι, ΤΙ ΡΟΛΟ έχουν τα πολιτικά κόμματα στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και ΓΙΑΤΙ να εκπροσωπούνται μέσω των φοιτητικών παρατάξεων στα πανεπιστήμια; Σε τι εξυπηρετούνται κατ’ αυτόν τον τρόπο η επιστημονική κατάρτιση, η μάθηση και η έρευνα, η ορθότερη και καλύτερη λειτουργία των πανεπιστημίων αλλά και οι ίδιοι οι φοιτητές; Οι οποίοι βρίσκονται να χάνουν μαθήματα και εξάμηνα επειδή κάποιοι που ίσως δεν έχουν ούτε είχαν ποτέ κάτι καλύτερο να κάνουν, επιθυμούν να «τα σπάνε» με τις εκάστοτε κυβερνήσεις εκμεταλλευόμενοι τα πανεπιστήμια και χρησιμοποιώντας τα στις πολιτικές, μικροπολιτικές και παραπολιτικές αντιπαραθέσεις τους;

16 Μαΐ 2008

O καιρός της μισαλλοδοξίας



Μαθαίνω σήμερα από τις εφημερίδες για το ανθρωποκυνηγητό που εξαπέλυσε ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι στη γειτονική Ιταλία εναντίον μεταναστών, Τσιγγάνων και άλλων «ενοχλητικών» μειονοτήτων. Μέσα σ’ ένα κλίμα ξενοφοβίας που φτάνει στα όρια της υστερίας – στη Νάπολη πέντε καταυλισμοί Τσιγγάνων πυρπολήθηκαν από «αγανακτισμένους» πολίτες – και μισαλλοδοξίας, η γειτονική χώρα μοιάζει να έχει αρχίσει να κατρακυλάει προς το παρελθόν. Ένα παρελθόν στρατοπέδων συγκέντρωσης, βίαιων επεισοδίων σε βάρος μειονοτήτων, ρατσισμού και φυλετικών ή εθνικιστικών διακρίσεων το οποίο σημάδεψε την Ευρώπη περί τις αρχές και τα μέσα του περασμένου αιώνα, στη ναζιστική Γερμανία και όχι μόνον. Σύμφωνα με το δημοσίευμα το οποίο παρέθεσα, οι διεθνείς οργανισμοί έχουν μείνει να παρακολουθούν έκπληκτοι αυτήν την κατάσταση, ενώ η Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Συμβουλίου της Ευρώπης διαμαρτυρήθηκε επίσημα γι’ αυτό το κλίμα ξενοφοβίας και φανατισμού που έχει κυριαρχήσει στην Ιταλία: κλίμα το οποίο καλλιεργείται από πολλά ΜΜΕ που ανήκουν στη μιντιακή αυτοκρατορία του Μπερλουσκόνι. Χαρακτηριστικό παράδειγμα των όσων συμβαίνουν, η «υπόθεση Αχμέτεβιτς». Πριν λίγους μήνες αναφέρθηκε από τα ΜΜΕ ότι ένας Τσιγγάνος από τη Ρουμανία μ’ αυτό το όνομα σκότωσε εν ψυχρώ τέσσερις νεαρούς Ιταλούς. Εν συνεχεία όμως, αποδείχθηκε ότι ο Αχμέτεβιτς ήταν μεν Τσιγγάνος αλλά με καταγωγή από την Ιταλία, γεννημένος στην Καζέρτα. Ένα δικαστήριο υποχρέωσε τα ΜΜΕ να διορθώσουν την είδηση, πράγμα που έγινε, αλλά λίγες ημέρες αργότερα άρχισαν πάλι να μιλούν για το «Ρουμάνο δολοφόνο». Αυτό μου θύμισε κάτι που έχω παρατηρήσει στα δελτία ειδήσεων της ελληνικής ιδιωτικής τηλεόρασης. Τα ρεπορτάζ γύρω από εγκληματικές πράξεις αναφέρουν την εθνικότητα όσων τις διέπραξαν, κάτι που ποτέ δεν αντελήφθην για ποιο λόγο θα έπρεπε να μας ενδιαφέρει. Αλλά εκτός αυτού, έχω διαπιστώσει επιπλέον ότι αυτή η «ενημέρωσή» μας πάνω στην εθνικότητα όσων διαπράττουν ληστείες, βιασμούς, φόνους και άλλα εγκλήματα είναι επιλεκτική. Αναφέρεται δηλαδή μόνο αν πρόκειται ας πούμε για Αλβανούς, ενώ όταν ΔΕΝ πρόκειται για Αλβανούς ή άλλες εθνότητες και πρόκειται για Έλληνες, δεν λέγεται τίποτα. Δημιουργώντας και καλλιεργώντας έτσι την εντύπωση ότι όσοι διαπράττουν τις εγκληματικές πράξεις για τις οποίες θα μας «ενημερώσουν» τα δελτία ειδήσεων ή θα είναι Αλβανοί, Ρουμάνοι, Τσιγγάνοι και εν πάση περιπτώσει αλλοδαποί ή… τίποτα, και σε καμία περίπτωση Έλληνες. Καλλιεργείται δηλαδή και στη χώρα μας νομίζω ένα κλίμα ανθρωποφοβίας, μισαλλοδοξίας και ξενοφοβίας από τα ΜΜΕ μ’ έναν τρόπο ύπουλο, υπόγειο και, δυστυχώς, αρκετές φορές αποτελεσματικό.

14 Μαΐ 2008

Παν μέτριον άριστον

Έχω την εντύπωση ότι στα σημερινά ελληνικά ΜΜΕ και κυρίως στην τηλεόραση ακολουθείται το παραπάνω ρητό. Από τις φαντασμαγορίες της ΕΡΤ γύρω από τη Eurovision που προσπαθούν να ανάγουν έναν ξεπερασμένο και ξεπεσμένο διαγωνισμό τραγουδιού που μας ξέμεινε από τα eighties σε μείζον εθνικό ζήτημα, μέχρι τους παρουσιαστές πρωινών και μεσημβρινών εκπομπών της ιδιωτικής τηλεόρασης, που με περίσσιο θράσος έχουν κάνει λάβαρο και σήμα κατατεθέν των εκπομπών τους την έλλειψη μόρφωσης, την ημιμάθεια και τη μετριότητα. Με αποτέλεσμα να δημιουργείται ένα ολόκληρο life-style και γύρω από αυτό μεγάλη επιχειρηματική δραστηριότητα με τη σαχλαμάρα ως κυρίαρχη αξία, ως σημείο εκκίνησης και τερματισμού ταυτόχρονα. Κάποιοι έχουν βαλθεί να μας αποδείξουν ότι «δεν είμαστε πιο έξυπνοι από ένα δεκάχρονο»– πράγμα το οποίο βρίσκω πιθανότατο, αφού καθόμαστε και παρακολουθούμε ΑΥΤΗΝ την τηλεόραση –, ενώ κάποιοι άλλοι προσπαθούν να μας πείσουν ότι αν μείνουμε μέσα τα βράδια και τα σαββατοκύριακα θα διασκεδάσουμε, ξεχνώντας τη μοναξιά μας, παρακολουθώντας «παρέες» να γλεντάνε, να χορεύουν και να τραγουδάνε στο «πάρτι της ζωής τους» ή «στην υγειά μας» προκειμένου να πάμε ύστερα για ύπνο ξεχασμένοι και χορτασμένοι από κέφι, χορό, διασκέδαση και ξεφάντωμα. Ξεχνώντας ότι όση ώρα παρακολουθούσαμε τους χορούς και τα τραγούδια, παραμέναμε βουλιαγμένοι σ’ έναν καναπέ μπροστά στην τηλεόραση. Υπάρχουν βέβαια και άλλοι, που στήνουν «ενημερωτικές» εκπομπές ή ολόκληρες «μηχανές του χρόνου» για να τιμήσουν την αξέχαστη προσφορά στον νεοελληνικό πολιτισμό διαφόρων νεκρών, ζωντανών ή νεκροζώντανων ηθοποιών, σκηνοθετών, τηλεπαρουσιαστών και τραγουδιστών πίστας ή νύστας. Αυτό που κάνει εντύπωση είναι ότι όλες αυτές οι αφιερωματικές εκπομπές «μνήμης» δεν έτυχε ποτέ να θυμηθούν κάποιον μεγάλο συγγραφέα, επιστήμονα, διανοητή ή καλλιτέχνη. Αλλά αντιθέτως, επιχειρούν νομίζω να μας πείσουν ότι η προσφορά, ο βίος και η πολιτεία ενός ηθοποιού σε παλιά ελληνικά μιούζικαλ ή ενός παλιού τραγουδιστή ελαφρού ρεπερτορίου, ενός παλιού σκηνοθέτη ή τηλεπαρουσιαστή είναι ασύγκριτα πιο αξιομνημόνευτα από ενός ανθρώπου που δεν προέρχεται από το χώρο του θεάματος. Ίσως διότι γι’ αυτούς ο πολιτισμός μας είναι ή θα έπρεπε να είναι συνώνυμος με το θέαμα. Ο, τιδήποτε βρίσκεται εκτός σκηνής ή εκτός στούντιο απλώς δεν υπάρχει ή αν υπάρχει, δε φαίνεται να τους απασχολεί. Υπάρχουν ακόμη και διάφορες συζητήσεις σε δελτία ειδήσεων αλλά και «talk shows» γύρω από ζητήματα της επικαιρότητας, όπου θα ακούσουμε να φλυαρούν επί παντός επιστητού οι ίδιοι κάθε φορά άνθρωποι: ένας δικηγόρος που έχει περισσότερες από μια φορές διαγραφεί από τον Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών, ένας αμόρφωτος πλην λαϊκιστής νομάρχης και μερικοί ακόμη πανταχού παρόντες δημοσιογράφοι, ηθοποιοί και λοιποί προκατασκευασμένοι από την ίδια την τηλεόραση opinion leaders, οι οποίοι καθημερινά μας σερβίρουν εξίσου προκατασκευασμένες και τυποποιημένες απόψεις. Οι άνθρωποι αυτοί θα έλεγα ότι λειτουργούν κάπως σαν ντελίβερι απόψεων, προκειμένου να μας βγάλουν από τον κόπο να σκεφτόμαστε μόνοι μας. Μέσα σ’ όλα αυτά βέβαια υπήρχαν και υπάρχουν και άλλου είδους εκπομπές, που δεν φιλοδοξούν να προκόψουν τηλεοπτικά υποτιμώντας τη νοημοσύνη των τηλεθεατών. Όπως οι εκπομπές στην ΕΤ1 του Στέλιου Κούλογλου, που ανεξαρτήτως αν μοιραζόταν κανείς τις απόψεις του, αντιπροσώπευαν μια άλλου είδους τηλεόραση. Μια τηλεόραση που δεν πατάει σαν οδοστρωτήρας πάνω σε ισοπεδωμένους τηλεθεατές, προκειμένου να υπάρξει και να αναδειχθεί. Ίσως γι’ αυτό και «κόπηκαν», διότι αποτελούσαν μια κάποια παραφωνία. Και χάλαγαν την πιάτσα της μετριότητας.

10 Μαΐ 2008

Σεμνά και ταπεινά



Σεμνά και ταπεινά: αυτό υπήρξε το κυρίαρχο σύνθημα του πρωθυπουργού της παρούσας κυβέρνησης. Ένα σύνθημα που νομίζω ότι αντίθετα με όσα λέγονται, ακολουθήθηκε πιστά. Τόσο πιστά μάλιστα, που οδήγησε στην εμφάνιση μιας κυβέρνησης τόσο σεμνής και ταπεινής, που από κάποια στιγμή και ύστερα κατέστη αόρατη και τελικά ανύπαρκτη. Ανύπαρκτος μοιάζει τόσο ο πρωθυπουργός της και εμπνευστής (;) του συγκεκριμένου συνθήματος όσο και η κυβέρνησή του, διότι αδυνατούν νομίζω να αντιμετωπίσουν δυναμικά, καίρια και αποτελεσματικά τα μύρια όσα χρόνια προβλήματα ταλαιπωρούν τη σύγχρονη Ελλάδα. Πρόκειται για προβλήματα τα οποία χρήζουν, για την επίλυσή τους, τολμηρής, δυναμικής και ρηξικέλευθης αντιμετώπισης και όχι σεμνότητας και ταπεινότητας. Διότι με τη σεμνότητα και την ταπεινότητα ούτε τα κυκλώματα της διαφθοράς και της αναξιοκρατίας μπορούν νομίζω να αντιμετωπιστούν, ούτε το νέφος και οι βιομηχανίες που μολύνουν, ούτε η ερήμωση και η εγκατάλειψη της ελληνικής υπαίθρου, η ακρίβεια και η ανεργία, ούτε και ζητήματα όπως η άθλια κατάσταση των δρόμων και τα ξεχαρβαλωμένα πεζοδρόμια, η αποβλακωτική τηλεόραση, η ελληνική οικονομία που παραμένει αγροτική και τουριστική και η επιστημονική έρευνα και η επιχειρηματικότητα που παραμένουν στάσιμες. Με τη σεμνότητα και την ταπεινότητα δεν μπορούν νομίζω να αντιμετωπιστούν ούτε και οι προκλήσεις της παγκοσμιοποίησης γύρω από το περιβάλλον, την ενέργεια, τη μετανάστευση και άλλα παγκόσμιας σημασίας ζητήματα. Εν ολίγοις, νομίζω ότι η «σεμνότητα και η ταπεινότητα» υπήρξε ένα ανεπίκαιρο σύνθημα, που οδήγησε στη δημιουργία μιας ανεπίκαιρης κυβέρνησης. Και πολύ φοβάμαι ότι όπως ακριβώς σεμνά και ταπεινά μας προέκυψε αυτή η ανεπίκαιρη κυβέρνηση – μ’ έναν αόρατο έως ανύπαρκτο, άτολμο και ασπόνδυλο πρωθυπουργό που «ηγήθηκε» ενός κυβερνητικού σχήματος που αποδείχθηκε εξίσου ανίκανο να ανταποκριθεί στις όποιες προκλήσεις – το ίδιο σεμνά, ταπεινά και αθόρυβα κάποια στιγμή θα μας αφήσει, μένοντας στην πολιτική ιστορία της Ελλάδας ως μια κυβέρνηση που πέρασε αλλά δεν… άγγιξε, ως μια κυβέρνηση δηλαδή η οποία απλώς δεν υπήρξε.

9 Μαΐ 2008

Στου κουφού την πόρτα;



Κάποιοι λένε ότι ο Υπουργός Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων έχει πρόβλημα βαρηκοΐας. Δεν ξέρω, ούτε θα μπορούσα να ξέρω αν αληθεύει κάτι τέτοιο. Ασχέτως αυτού όμως, έχω την εντύπωση ότι, ούτως ή άλλως, κωφεύει σε ζητήματα που αφορούν στην πρώτη από τις αρμοδιότητες του υπουργείου του, δηλαδή στο περιβάλλον αλλά και στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ). Θα έλεγα ότι μοιάζει ακατάλληλος, όχι μόνο λόγω ηλικίας – πλησιάζει τα εβδομήντα – αλλά περισσότερο λόγω... κώφωσης, ως Υπουργός Περιβάλλοντος και ιδιαίτερα σε μια εποχή όπως η δική μας. Αναφέρομαι βέβαια στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, κατά την οποία το περιβάλλον και η ενέργεια αντιπροσωπεύουν παγκόσμιας εμβέλειας, σπουδαιότητας και προτεραιότητας ζητήματα, κάτι το οποίο αδυνατεί νομίζω να αντιληφθεί. Όσον αφορά στο περιβάλλον θα μπορούσα να μιλήσω για το διεθνή διασυρμό της χώρας μας με την αποπομπή της από τους μηχανισμούς του Πρωτοκόλλου του Κιότο, λόγω της αδυναμίας της να δημιουργήσει αξιόπιστους μηχανισμούς μέτρησης και παρακολούθησης των εκπομπών αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου, αλλά και για την επικείμενη παραπομπή της στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. (Μια παραπομπή που δεν θα είναι ούτε η πρώτη – μπορεί κανείς να βρει στο Google δεκάδες άλλες – ούτε πιθανότατα και η τελευταία για την Ελλάδα για περιβαλλοντικά ζητήματα.) Αλλά επιστρέφοντας στην ενέργεια, ιδιαίτερη εντύπωση μου έκανε το πως μίλησε στο πρόσφατο διεθνές συνέδριο για την κλιματική αλλαγή και την ενέργεια που οργανώθηκε στην Αθήνα και συγκεκριμένα το ότι μίλησε για πυρηνική ενέργεια (!), την ίδια στιγμή που ο Νικ Μάμπεϊ, πρώην σύμβουλος του Τόνι Μπλερ για την ενέργεια, ιδρυτής της μη κερδοσκοπικής περιβαλλοντικής οργάνωσης Ε3G και μέλος της οργανωτικής επιτροπής του διεθνούς αυτού συνεδρίου καλούσε την Ελλάδα να αδράξει την ευκαιρία και να αναπτύξει ΑΠΕ, τις οποίες αν μην τι άλλο διαθέτει άφθονες, τονίζοντας μάλιστα ότι αν η Ελλάδα αξιοποιούσε τον ήλιο και τον αέρα και ανέπτυσσε τις ΑΠΕ, θα μπορούσε να εξάγει ρεύμα στην Ευρώπη. Αλλά εκτός απ’ αυτόν και ο πρόεδρος του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών Δημήτρης Λάλας επεσήμαινε ότι πρέπει να βάλουμε άμεσα μπροστά όχι μόνο τις ΑΠΕ αλλά και τη δημιουργία ξεχωριστού υπουργείου Περιβάλλοντος.

Ακούτε, κύριε υπουργέ και κύριε πρωθυπουργέ;

7 Μαΐ 2008

Σύγχρονες ανθρωποθυσίες



Έχουμε μάθει οι περισσότεροι από το σχολείο, από ιστορικά βιβλία ή από ντοκιμαντέρ για διάφορους παλιούς πολιτισμούς και φυλές ιθαγενών στην προκολομβιανή Αμερική ή και στην Αφρική, που έκαναν ανθρωποθυσίες. Στο άκουσμα και μόνο αυτής της λέξης ανακατωνόμαστε. Σήμερα θα μας φαίνονταν ακατανόητες και αδιανόητες τέτοιες πράξεις, ασχέτως των λόγων για τους οποίους μπορεί να οργανώνονταν οι σχετικές τελετές. Και όμως, στα σύγχρονα «ανεπτυγμένα» δυτικά κράτη όχι μόνο τις συνεχίζουμε, αλλά κάναμε τεράστια βήματα «προόδου» ΚΑΙ στις ανθρωποθυσίες. Οι σύγχρονες, τελευταίας τεχνολογίας ανθρωποθυσίες καταφέραμε να μη λαμβάνουν χώρα μπροστά στα μάτια μας όπως γινόταν σε παλιότερους, λιγότερο ή και καθόλου «ανεπτυγμένους» πολιτισμούς, που πλέον σαν να αντιπροσωπεύουν για μας μια περασμένη, παιδική ηλικία της ανθρωπότητας. Παρά το ότι όπως θα δούμε στη συνέχεια, αυξήθηκε ραγδαία σε σχέση με το ιστορικό μας παρελθόν ο αριθμός των ανθρώπων που προσφέρονται για θυσία, ούτε τις ανθρωποθυσίες χρειάζεται να παρακολουθούμε αυτοπροσώπως ούτε και κινδυνεύουμε, προς το παρόν τουλάχιστον, να βρεθούμε κάποια στιγμή κι οι ίδιοι θύματα μιας σύγχρονης ανθρωποθυσίας. Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν και μεγάλες ομοιότητες με τους πολιτισμούς εκείνους. Έτσι, όπως οι ανθρωποθυσίες παλιότερα γίνονταν προκειμένου να κερδίσουν οι πιστοί την εύνοια κάποιων δύστροπων και απαιτητικών θεών, το ίδιο και σήμερα. Οι νέας κοπής ανθρωποθυσίες του Δυτικού πολιτισμού γίνονται κι αυτές για να ικανοποιήσουν μια αχόρταγη, ανικανοποίητη κι ανθρωποφάγο θεά. Το όνομά της; «Ανάπτυξη». Για την ακρίβεια πρόκειται για την ξέφρενη, αλόγιστη «ανάπτυξη» την οποία εδώ και δεκαετίες έχει λατρέψει ολόκληρη η Δύση. Και η οποία άρχισε από τα μέσα του περασμένου αιώνα να οδηγεί στην αύξηση των λεγόμενων αερίων του θερμοκηπίου και σ’ αυτό που πλέον αποκαλούμε κλιματική αλλαγή. Οι συνέπειες; Αύξηση της μέσης θερμοκρασίας της γήινης ατμόσφαιρας και των ωκεανών αλλά και συχνότερη εμφάνιση ακραίων καιρικών φαινόμενων, όπως κυκλώνων. Ένας τέτοιος καταστροφικός κυκλώνας έπληξε τη Μιανμάρ το περασμένο Σάββατο. Ο μέχρι στιγμής απολογισμός; Περισσότεροι από είκοσι χιλιάδες νεκροί και δεκάδες χιλιάδες αγνοούμενοι που θυσιάστηκαν στον αόρατο αλλά κυρίαρχο βωμό της θεότητας που λέγεται «ανάπτυξη», παρά το ότι οι ίδιοι μπορεί να μην πίστευαν σ’ αυτή.

6 Μαΐ 2008

Κορνήλιος Καστοριάδης: δέκα χρόνια από το θάνατό του: τρίτο video

Το τρίτο και τελευταίο video με την υπόλοιπη συζήτηση, η οποία μπορεί να συνεχιστεί στο blog...

Κορνήλιος Καστοριάδης: δέκα χρόνια από το θάνατό του: πρώτο και δεύτερο video



Μετά από πρόταση μιας φίλης ανεβάζω σε video τις εισηγήσεις και τη συζήτηση που ακολούθησε, από την εκδήλωση παρουσίασης ενός μικρού βιβλίου μου (στηριγμένου στη διδακτορική μου διατριβή για το μεγάλο αυτό διανοητή) τον περασμένο Δεκέμβριο στον IANO Θεσσαλονίκης. Με αφορμή, τόσο της εκδήλωσης όσο και των αναρτήσεων, την παρέλευση δέκα ετών από το θάνατό του. Παραπάνω το πρώτο video, με τις εισηγήσεις της Αλεξάνδρας Δεληγιώργη και του Γιώργου Οικονόμου. Θα με ενδιέφεραν πολύ, τόσο εδώ όσο και στα επόμενα video, οι όποιες απορίες, ερωτήσεις, κρίσεις, αντιρρήσεις κι επικρίσεις. Για την εκδήλωση αλλά και για τον ίδιο τον Καστοριάδη δεν θα πω περισσότερα, έχω πει κάποια πράγματα σε μια πρόσφατη ανάρτηση αλλά και σε κάποιες παλιότερες. Θα έλεγα μόνο ότι κατά την άποψή μου ο Καστοριάδης γίνεται σήμερα διαρκώς πιο επίκαιρος, αλλά και ανεπίκαιρος. Επίκαιρος, διότι βλέπουμε να επιβεβαιώνονται οι προβλέψεις και να δικαιώνονται οι προειδοποιήσεις του γύρω από την 'άνοδο της ασημαντότητας'. Αλλά και ανεπίκαιρος, ακριβώς διότι αυτές οι προβλέψεις και οι προειδοποιήσεις επαληθεύτηκαν, αλλά δεν ακούστηκαν. Με συνέπεια κάποιοι σημαντικοί άνθρωποι να καθίστανται δυστυχώς ανεπίκαιροι, από τη στιγμή που στην καθημερινότητά μας, στα ΜΜΕ και στην επικαιρότητα κυριαρχούν πολλές, αν όχι τις περισσότερες φορές τα ασήμαντα: τα ζώδια, τα κουτσομπολιά, τα τηλεοπτικά σίριαλ, οι κάθες λογής μπάλες, οι θρησκευτικοί και λοιποί καθωσπρεπισμοί, τα τσιφτετέλια στα παλαιότερης ή νεότερης κοπής διασκεδαστήρια και άλλα διάφορα - ή μάλλον αδιάφορα. ;-)



Ακριβώς από πάνω βλέπετε το δεύτερο video με την υπόλοιπη εισήγηση του Γιώργου Οικονόμου, τη δική μου και το ξεκίνημα της συζήτησης με τους ανθρώπους που ήρθαν εκείνη τη βραδιά στον ΙΑΝΟ. Σχετικά με την εισήγησή μου θα ήθελα να πω ότι αρχική μου πρόθεση ήταν να πάω στην εκδήλωση χωρίς χειρόγραφο, προκειμένου να πω απροσχεδίαστα κάποια πράγματα κι έτσι να ξεκινήσω νωρίτερα απ' ό, τι θα περίμενε ίσως κανείς μια αυθόρμητη συζήτηση με τους ανθρώπους που είχαν έρθει. Αλλά τελικά προτίμησα όσο πλησίαζε ο καιρός να πάω με χειρόγραφο - ένα διαμορφωμένο απόσπασμα από το βιβλίο -, κάτι που απ' την αρχή δεν ήθελα και φυσικά μετάνιωσα.